Γυμνό
Μπότσογλου Χρόνης (1941-2022)
Δικτατορία (1967-1974)
Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
MCA.MMCA.C453
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΡΓΟΥ
Είδος έργου: Έργο ζωγραφικής
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΡΓΟΥ
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 ο Χρόνης Μπότσογλου δημιουργεί μια σειρά έργων, τα οποία επικεντρώνονται στην αποξένωση και στην αλλοτρίωση του ανθρώπου, διερευνώντας τον ρόλο του, όπως διαμορφωνόταν στην τότε σύγχρονη εποχή της διαφήμισης και της κατανάλωσης. Αντλεί τα θέματά του μέσα από αυτούς τους τομείς καθώς και από την κοινωνική και πολιτική επικαιρότητα και τα αποδίδει με σχεδιαστική και χρωματική σαφήνεια, υιοθετώντας την κατεύθυνση του κριτικού ρεαλισμού που κάνει την εμφάνισή του τα πρώτα χρόνια της δικτατορίας στην Ελλάδας και κύριος εκφραστής του ήταν η ομάδα «Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές», μέλος της οποίας υπήρξε και ο Μπότσογλου. Υιοθετώντας τη χρήση διαμεσολαβημένων εικόνων, που έχουν ως στόχο την υπονόμευση και την άσκηση κριτικής σε κυρίαρχα πολιτισμικά πρότυπα, δημιουργεί έργα τα οποία μαρτυρούν τη διάθεσή του σχετικά με τον ρόλο που καλείται να διαδραματίσει η ζωγραφική στη σύγχρονη κοινωνία της εικόνας, ταυτόχρονα όμως ασκούν και κριτική στη φωτογραφική αντικειμενικότητα. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και το έργο «Γυμνό» του 1968, που ανήκει στη συλλογή του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, και το οποίο η διαχωρισμένη ζωγραφική επιφάνεια φαίνεται σαν να αφηγείται διαδοχικές εικονογραφημένες ιστορίες: αποτυπώνει τρία διαφορετικά γυναικεία γυμνά: ένα υπερμεγέθες, το οποίο καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της ζωγραφικής επιφάνειας και το οποίο φαίνεται να προέρχεται από ανδρικό περιοδικό, το γυμνό σώμα της συντρόφου και συζύγου του Ελένης και τη μορφή μιας γυναίκας από μια φωτογραφία από χιτλερικό πογκρόμ.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ
Ο Χρόνης Μπότσογλου γεννήθηκε το 1941 στη Θεσσαλονίκη. Η κλίση του προς τη ζωγραφική τον οδήγησε σε μαθήματα ζωγραφικής ήδη από τα μαθητικά του χρόνια, ενώ το 1960 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και μαθήτευσε το εργαστήριο του Πάνου Σαραφιανού. Την ίδια χρονιά μπαίνει στο προκαταρκτικό της Α.Σ.Κ.Τ. με δάσκαλο τον Γ. Μαυροΐδη και το 1961 με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. εισάγεται στην Α.Σ.Κ.Τ. και ξεκινά να φοιτά στο εργαστήριο του Γ. Μόραλη. Έλαβε μέρος σε μια σειρά εκθέσεων όντας ακόμη φοιτητής, ενώ το 1964 πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση στο Κέντρο Τεχνολογικών Εφαρμογών. Το 1970 μετέβη στο Παρίσι με υποτροφία του Ι.Κ.Υ. για να συνεχίσει τις σπουδές του στην Ecole Superieure des Beaux-Arts, και την επόμενη χρονιά συστήνουν μαζί με τους Γ. Βαλαβανίδη, Κ. Δίγκα, Κ. Κατζουράκη και Γ. Ψυχοπαίδη, την ομάδα «Νέοι Έλληνες Ρεαλιστές», η οποία παρουσίασε έργα στην Ελλάδα κατά την περίοδο της δικτατορίας. Το 1989 εκλέχθηκε καθηγητής στην Α.Σ.Κ.Τ., όπου δίδαξε έως το 2008, ενώ την περίοδο 2001-2005 διετέλεσε Πρύτανης. Παράλληλα με το καλλιτεχνικό του έργο ασχολήθηκε με τη συγγραφή κειμένων και την εικονογράφηση βιβλίων και ποιητικών συλλογών. Εξέθεσε το έργο του σε μια σειρά ατομικών και ομαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό και συμμετείχε σε μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις (Μπιενάλε του Sao Paulo (1969). Πέθανε το 2022 στην Αθήνα.